April 28

Λουκάς 22:28 — 22:53


   28  »Ωστόσο, εσείς είστε που έχετε παραμείνει προσκολλημένοι  σε εμένα κατά τις δοκιμασίες  μου· 29  και εγώ κάνω διαθήκη με εσάς, όπως ο Πατέρας μου έχει κάνει διαθήκη  με εμένα, για μια βασιλεία,  30  για να τρώτε  και να πίνετε στο τραπέζι μου στη βασιλεία μου  και να καθήσετε σε θρόνους  για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ.

   31  »Σίμων, Σίμων, δες! ο Σατανάς  έχει ζητήσει να σας κοσκινίσει όπως το σιτάρι.  32  Αλλά εγώ έκανα δέηση  για εσένα να μην εξαντληθεί η πίστη σου· και εσύ, όταν κάποτε επιστρέψεις, ενίσχυσε  τους αδελφούς σου». 33  Τότε εκείνος του είπε: «Κύριε, είμαι έτοιμος να πάω μαζί σου και στη φυλακή και στο θάνατο».  34  Αλλά αυτός είπε: «Σου λέω, Πέτρο: Δεν θα λαλήσει σήμερα πετεινός ώσπου να αρνηθείς τρεις φορές ότι με γνωρίζεις».  

   35  Επίσης τους είπε: «Όταν σας απέστειλα  χωρίς πουγκί και σακίδιο τροφίμων και σανδάλια, μήπως στερηθήκατε τίποτα;» Αυτοί είπαν: «Όχι!» 36  Κατόπιν τους είπε: «Αλλά τώρα εκείνος που έχει πουγκί ας το πάρει, παρόμοια και σακίδιο τροφίμων· και αυτός που δεν έχει σπαθί ας πουλήσει το εξωτερικό του ένδυμα και ας αγοράσει. 37  Διότι σας λέω ότι αυτό που είναι γραμμένο πρέπει να εκπληρωθεί σε εμένα, δηλαδή: “Και συγκαταλέχθηκε με ανόμους”.  Διότι αυτό που αφορά εμένα λαβαίνει εκπλήρωση».  38  Τότε αυτοί είπαν: «Κύριε, δες! εδώ είναι δύο σπαθιά». Εκείνος τους είπε: «Αρκεί».

   39  Αφού βγήκε έξω, πήγε όπως συνήθως στο Όρος των Ελαιών· και τον ακολούθησαν και οι μαθητές.  40  Όταν ήρθε σε αυτόν τον τόπο, τους είπε: «Να προσεύχεστε, για να μην μπείτε σε πειρασμό».  41  Και ο ίδιος αποτραβήχτηκε από αυτούς περίπου όσο μακριά ρίχνεται μια πέτρα και λύγισε τα γόνατά του και άρχισε να προσεύχεται, 42  λέγοντας: «Πατέρα, αν θέλεις, απομάκρυνε αυτό το ποτήρι από εμένα. Ωστόσο, ας γίνει, όχι το δικό μου θέλημα,  αλλά το δικό σου».  43  Τότε εμφανίστηκε σε αυτόν ένας άγγελος από τον ουρανό και τον ενίσχυσε.  44  Αλλά, καθώς τον κατέλαβε αγωνία, συνέχισε να προσεύχεται πιο ένθερμα·  και ο ιδρώτας του έγινε σαν σταγόνες αίματος που έπεφταν στο έδαφος.  45  Και σηκώθηκε από την προσευχή, πήγε στους μαθητές και τους βρήκε να κοιμούνται από τη λύπη·  46  και τους είπε: «Γιατί κοιμάστε; Σηκωθείτε και προσεύχεστε, για να μην μπείτε σε πειρασμό».  

   47  Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, εμφανίστηκε ένα πλήθος, και αυτός που ονομαζόταν Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, πήγαινε μπροστά από αυτούς·  και πλησίασε τον Ιησού για να τον φιλήσει.  48  Αλλά ο Ιησούς τού είπε: «Ιούδα, με φιλί  προδίδεις τον Γιο του ανθρώπου;» 49  Όταν εκείνοι που ήταν γύρω του είδαν τι θα συνέβαινε, είπαν: «Κύριε, να χτυπήσουμε με το σπαθί;»  50  Μάλιστα κάποιος από εκείνους χτύπησε το δούλο του αρχιερέα και του έκοψε το δεξί αφτί.  51  Αλλά ο Ιησούς αποκρίθηκε και είπε: «Αφήστε, ως εδώ». Και άγγιξε το αφτί και τον γιάτρεψε.  52  Κατόπιν ο Ιησούς είπε στους πρωθιερείς και στους διοικητές του ναού και στους πρεσβυτέρους που είχαν πάει εκεί για αυτόν: «Βγήκατε με σπαθιά και ρόπαλα, σαν να βγαίνατε εναντίον ενός ληστή;  53  Ενώ ήμουν μαζί σας στο ναό  κάθε ημέρα, δεν απλώσατε τα χέρια σας πάνω μου.  Αλλά αυτή είναι η ώρα  σας και η εξουσία  του σκοταδιού».

 


28 “However, YOU are the ones that have stuck with me in my trials; 29 and I make a covenant with YOU, just as my Father has made a covenant with me, for a kingdom, 30 that YOU may eat and drink at my table in my kingdom, and sit on thrones to judge the twelve tribes of Israel.

31 “Simon, Simon, look! Satan has demanded to have YOU men to sift YOU as wheat. 32 But I have made supplication for you that your faith may not give out; and you, when once you have returned, strengthen your brothers.” 33 Then he said to him: “Lord, I am ready to go with you both into prison and into death.” 34 But he said: “I tell you, Peter, A cock will not crow today until you have three times denied knowing me.”

35 He also said to them: “When I sent YOU forth without purse and food pouch and sandals, YOU did not want for anything, did YOU?” They said: “No!” 36 Then he said to them: “But now let the one that has a purse take it up, likewise also a food pouch; and let the one having no sword sell his outer garment and buy one. 37 For I tell YOU that this which is written must be accomplished in me, namely, ‘And he was reckoned with lawless ones.’ For that which concerns me is having an accomplishment.” 38 Then they said: “Lord, look! here are two swords.” He said to them: “It is enough.”

39 On going out he went as customarily to the Mount of Olives; and the disciples also followed him. 40 Having come to the place he said to them: “Carry on prayer, that YOU do not enter into temptation.” 41 And he himself drew away from them about a stone’s throw, and bent his knees and began to pray, 42 saying: “Father, if you wish, remove this cup from me. Nevertheless, let, not my will, but yours take place.” 43 Then an angel from heaven appeared to him and strengthened him. 44 But getting into an agony he continued praying more earnestly; and his sweat became as drops of blood falling to the ground. 45 And he rose from prayer, went to the disciples and found them slumbering from grief; 46 and he said to them: “Why are YOU sleeping? Rise and carry on prayer, that YOU do not enter into temptation.”

47 While he was yet speaking, look! a crowd, and the [man] called Judas, one of the twelve, was going before them; and he approached Jesus to kiss him. 48 But Jesus said to him: “Judas, do you betray the Son of man with a kiss?” 49 When those about him saw what was going to happen, they said: “Lord, shall we strike with the sword?” 50 A certain one of them even did strike the slave of the high priest and took off his right ear. 51 But in reply Jesus said: “LET it go as far as this.” And he touched the ear and healed him. 52 Jesus then said to the chief priests and captains of the temple and older men that had come there for him: “Did YOU come out with swords and clubs as against a robber? 53 While I was with YOU in the temple day after day YOU did not stretch out YOUR hands against me. But this is YOUR hour and the authority of darkness.”