February 19

Μάρκος 3:7 — 3:35

 

   7  Αλλά ο Ιησούς μαζί με τους μαθητές του αποσύρθηκε προς τη θάλασσα· και τον ακολούθησε μεγάλο πλήθος από τη Γαλιλαία και από την Ιουδαία. 8  Ακόμη και από την Ιερουσαλήμ και από την Ιδουμαία και από την απέναντι πλευρά του Ιορδάνη και γύρω από την Τύρο και τη Σιδώνα, μεγάλο πλήθος, ακούγοντας πόσα πράγματα έκανε, ήρθε σε αυτόν. 9  Και είπε στους μαθητές του να έχουν συνεχώς στη διάθεσή του ένα μικρό πλοιάριο ώστε να μην τον στριμώχνει το πλήθος. 10  Διότι θεράπευσε πολλούς, με αποτέλεσμα να πέφτουν πάνω του όλοι όσοι είχαν οδυνηρές ασθένειες, για να τον αγγίξουν. 11  Ακόμη και τα ακάθαρτα πνεύματα, όποτε τον έβλεπαν, πρόσπεφταν μπροστά του και κραύγαζαν, λέγοντας: «Εσύ είσαι ο Γιος του Θεού». 12  Αλλά πολλές φορές εκείνος τους παράγγελλε αυστηρά να μη φανερώσουν ποιος είναι.

   13  Και ανέβηκε σε ένα βουνό και κάλεσε εκείνους που ήθελε, και πήγαν σε αυτόν. 14  Και σχημάτισε μια ομάδα από δώδεκα, τους οποίους και ονόμασε «αποστόλους», για να παραμένουν μαζί του και για να τους στέλνει να κηρύττουν 15  και να έχουν εξουσία να εκβάλλουν τους δαίμονες.

   16  Και η ομάδα των δώδεκα που σχημάτισε ήταν ο Σίμων, στον οποίο έδωσε και την επονομασία Πέτρος, 17  και ο Ιάκωβος, ο γιος του Ζεβεδαίου, και ο Ιωάννης, ο αδελφός του Ιακώβου (σε αυτούς έδωσε και την επονομασία Βοανεργές, που σημαίνει Γιοι Βροντής), 18  και ο Ανδρέας και ο Φίλιππος και ο Βαρθολομαίος και ο Ματθαίος και ο Θωμάς και ο Ιάκωβος, ο γιος του Αλφαίου, και ο Θαδδαίος και ο Σίμων ο Καναναίος 19  και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος αργότερα τον πρόδωσε.

   Και μπήκε σε κάποιο σπίτι. 20  Πάλι συγκεντρώθηκε το πλήθος, ώστε δεν μπορούσαν ούτε να γευματίσουν. 21  Όταν το άκουσαν οι συγγενείς του, βγήκαν έξω για να τον πιάσουν, γιατί έλεγαν: «Έχει χάσει τα λογικά του». 22  Επίσης, οι γραμματείς που κατέβηκαν από την Ιερουσαλήμ έλεγαν: «Έχει τον Βεελζεβούλ και εκβάλλει τους δαίμονες μέσω του άρχοντα των δαιμόνων». 23  Αφού, λοιπόν, τους φώναξε, άρχισε να τους λέει με παραβολές: «Πώς μπορεί ο Σατανάς να εκβάλλει τον Σατανά; 24  Αν ένα βασίλειο διαιρεθεί εναντίον του εαυτού του, εκείνο το βασίλειο δεν μπορεί να σταθεί· 25  και αν ένα σπίτι διαιρεθεί εναντίον του εαυτού του, εκείνο το σπίτι δεν θα μπορέσει να σταθεί. 26  Επίσης, αν ο Σατανάς εγέρθηκε εναντίον του εαυτού του και διαιρέθηκε, δεν μπορεί να σταθεί, αλλά φτάνει στο τέλος του. 27  Στην πραγματικότητα, κανείς που έχει μπει στο σπίτι ενός ισχυρού άντρα δεν μπορεί να λεηλατήσει τα κινητά του αγαθά αν δεν δέσει πρώτα τον ισχυρό άντρα, και τότε θα λεηλατήσει το σπίτι του. 28  Αληθινά σας λέω ότι τα πάντα θα συγχωρηθούν στους γιους των ανθρώπων, όποιες αμαρτίες και βλασφημίες και αν διαπράξουν με βλάσφημο τρόπο. 29  Ωστόσο, όποιος βλασφημήσει εναντίον του αγίου πνεύματος δεν έχει συγχώρηση ποτέ, αλλά είναι ένοχος αιώνιας αμαρτίας». 30  Αυτό, επειδή έλεγαν: «Έχει ακάθαρτο πνεύμα».

   31  Στο μεταξύ, ήρθαν η μητέρα του και οι αδελφοί του και, καθώς στέκονταν έξω, έστειλαν να τον φωνάξουν. 32  Και γύρω του καθόταν πλήθος, γι’ αυτό του είπαν: «Δες! Η μητέρα σου και οι αδελφοί σου έξω σε ζητούν». 33  Αλλά απαντώντας εκείνος τους είπε: «Ποιοι είναι μητέρα μου και αδελφοί μου;» 34  Και αφού κοίταξε ολόγυρα εκείνους που κάθονταν γύρω του κυκλικά, είπε: «Να η μητέρα μου και οι αδελφοί μου! 35  Όποιος κάνει το θέλημα του Θεού, αυτός είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα μου».
 


7 But Jesus with his disciples withdrew to the sea; and a great multitude from Galilee and from Judea followed him. 8 Even from Jerusalem and from Idumea and from across the Jordan and around Tyre and Sidon, a great multitude, on hearing of how many things he was doing, came to him. 9 And he told his disciples to have a little boat continually at his service so that the crowd might not press upon him. 10 For he cured many, with the result that all those who had grievous diseases were falling upon him to touch him. 11 Even the unclean spirits, whenever they would behold him, would prostrate themselves before him and cry out, saying: “You are the Son of God.” 12 But many times he sternly charged them not to make him known.

13 And he ascended a mountain and summoned those he wanted, and they went off to him. 14 And he formed [a group of] twelve, whom he also named “apostles,” that they might continue with him and that he might send them out to preach 15 and to have authority to expel the demons.

16 And the [group of] twelve that he formed were Simon, to whom he also gave the surname Peter, 17 and James the [son] of Zebedee and John the brother of James (he also gave these the surname Boanerges, which means Sons of Thunder), 18 and Andrew and Philip and Bartholomew and Matthew and Thomas and James the [son] of Alphaeus and Thaddaeus and Simon the Cananaean 19 and Judas Iscariot, who later betrayed him.

And he went into a house. 20 Once more the crowd gathered, so that they were not able even to eat a meal. 21 But when his relatives heard about it, they went out to lay hold of him, for they were saying: “He has gone out of his mind.” 22 Also, the scribes that came down from Jerusalem were saying: “He has Beelzebub, and he expels the demons by means of the ruler of the demons.” 23 So, after calling them to him, he began to say to them with illustrations: “How can Satan expel Satan? 24 Why, if a kingdom becomes divided against itself, that kingdom cannot stand; 25 and if a house becomes divided against itself, that house will not be able to stand. 26 Also, if Satan has risen up against himself and become divided, he cannot stand, but is coming to an end. 27 In fact, no one that has got into the house of a strong man is able to plunder his movable goods unless first he binds the strong man, and then he will plunder his house. 28 Truly I say to YOU that all things will be forgiven the sons of men, no matter what sins and blasphemies they blasphemously commit. 29 However, whoever blasphemes against the holy spirit has no forgiveness forever, but is guilty of everlasting sin.” 30 This, because they were saying: “He has an unclean spirit.”

31 Now his mother and his brothers came, and, as they were standing on the outside, they sent in to him to call him. 32 As it was, a crowd was sitting around him, so they said to him: “Look! Your mother and your brothers outside are seeking you.” 33 But in reply he said to them: “Who are my mother and my brothers?” 34 And having looked about upon those sitting around him in a circle, he said: “See, my mother and my brothers! 35 Whoever does the will of God, this one is my brother and sister and mother.”