July 8
Πράξεις
18:9 — 18:28
 

9 Και μια νύχτα ο Κύριος είπε στον Παύλο  μέσω οράματος: «Μη φοβάσαι, αλλά εξακολούθησε να μιλάς και μη σωπάσεις, 10 επειδή εγώ είμαι μαζί σου  και κανείς δεν θα σου επιτεθεί για να σου κάνει κακό· διότι έχω πολύ λαό σε αυτή την πόλη».  11 Γι’ αυτό, έμεινε εκεί έναν χρόνο και έξι μήνες, διδάσκοντας ανάμεσά τους το λόγο του Θεού.

   12  Όταν ήταν ανθύπατος  της Αχαΐας ο Γαλλίων, οι Ιουδαίοι ξεσηκώθηκαν σύσσωμοι κατά του Παύλου και τον οδήγησαν στη δικαστική έδρα,  13  λέγοντας: «Αντίθετα προς το νόμο αυτός οδηγεί  τους ανθρώπους σε άλλες πεποιθήσεις όσον αφορά τη λατρεία του Θεού». 14  Αλλά καθώς ο Παύλος ετοιμαζόταν να ανοίξει το στόμα του, ο Γαλλίων είπε στους Ιουδαίους: «Αν μεν επρόκειτο για κάποιο αδίκημα ή φαύλη πράξη, Ιουδαίοι, δικαιολογημένα θα σας ανεχόμουν υπομονετικά. 15 Αλλά αν πρόκειται για διαφωνίες σχετικά με λόγια και ονόματα  και το μεταξύ σας νόμο,  είναι δική σας υπόθεση. Εγώ δεν θέλω να είμαι κριτής αυτών των πραγμάτων». 16 Και τους έδιωξε από τη δικαστική έδρα. 17 Τότε όλοι έπιασαν τον Σωσθένη  τον αρχισυνάγωγο και άρχισαν να τον χτυπούν μπροστά στη δικαστική έδρα. Αλλά ο Γαλλίων δεν νοιαζόταν καθόλου για αυτά τα πράγματα.

   18  Και αφού έμεινε ακόμη αρκετές ημέρες, ο Παύλος αποχαιρέτησε τους αδελφούς και στη συνέχεια απέπλευσε για τη Συρία, έχοντας μαζί του την Πρίσκιλλα και τον Ακύλα· είχε μάλιστα κόψει κοντά  τα μαλλιά του στις Κεγχρεές,  γιατί είχε ευχή. 19 Έφτασαν, λοιπόν, στην Έφεσο, και τους άφησε εκεί· αλλά αυτός μπήκε στη συναγωγή  και συζήτησε λογικά με τους Ιουδαίους. 20 Μολονότι του ζητούσαν να μείνει περισσότερο καιρό, αυτός δεν συναινούσε  21 αλλά τους αποχαιρέτησε  και τους είπε: «Θα επιστρέψω πάλι σε εσάς, αν θέλει ο Ιεχωβά».  Και απέπλευσε από την Έφεσο 22 και κατέβηκε στην Καισάρεια. Και αφού ανέβηκε και χαιρέτησε την εκκλησία, κατέβηκε στην Αντιόχεια.

   23  Εκεί πέρασε λίγο καιρό και κατόπιν έφυγε και πήγαινε από τόπο σε τόπο μέσα στη χώρα της Γαλατίας  και της Φρυγίας,  ενισχύοντας  όλους τους μαθητές.

   24  Και κάποιος Ιουδαίος ονόματι Απολλώς,  που καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ένας εύγλωττος άντρας, έφτασε στην Έφεσο· και ήταν καλά καταρτισμένος στις Γραφές.  25 Αυτός είχε διδαχτεί προφορικά την οδό του Ιεχωβά και, καθώς φλεγόταν με το πνεύμα,  μιλούσε και δίδασκε με ορθότητα τα σχετικά με τον Ιησού, αλλά γνώριζε μόνο το βάφτισμα  του Ιωάννη. 26 Άρχισε, λοιπόν, αυτός να μιλάει με τόλμη στη συναγωγή. Όταν η Πρίσκιλλα και ο Ακύλας  τον άκουσαν, τον πήραν μαζί τους και του εξέθεσαν πιο ορθά την οδό του Θεού. 27 Και επειδή ήθελε να περάσει στην Αχαΐα, οι αδελφοί έγραψαν στους μαθητές, προτρέποντάς τους να τον δεχτούν με καλοσύνη. Όταν πήγε εκεί, βοήθησε  πολύ εκείνους που είχαν πιστέψει λόγω της παρ’ αξία καλοσύνης  [του Θεού]· 28 διότι με έντονο τρόπο καταδείκνυε δημόσια ότι οι Ιουδαίοι είχαν λάθος, δείχνοντας από τις Γραφές  ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός. 


 


9 Moreover, by night the Lord said to Paul through a vision: “Have no fear, but keep on speaking and do not keep silent, 10 because I am with you and no man will assault you so as to do you injury; for I have many people in this city.” 11 So he stayed set there a year and six months, teaching among them the word of God.

12 Now while Gallio was proconsul of Achaia, the Jews rose up with one accord against Paul and led him to the judgment seat, 13 saying: “Contrary to the law this person leads men to another persuasion in worshiping God.” 14 But as Paul was going to open his mouth, Gallio said to the Jews: “If it were, indeed, some wrong or a wicked act of villainy, O Jews, I would with reason put up patiently with YOU. 15 But if it is controversies over speech and names and the law among YOU, YOU yourselves must see to it. I do not wish to be a judge of these things.” 16 With that he drove them away from the judgment seat. 17 So they all laid hold of Sosthenes the presiding officer of the synagogue and went to beating him in front of the judgment seat. But Gallio would not concern himself at all with these things.

18 However, after staying quite some days longer, Paul said good-bye to the brothers and proceeded to sail away for Syria, and with him Priscilla and Aquila, as he had the hair of his head clipped short in Cenchreae, for he had a vow. 19 So they arrived at Ephesus, and he left them there; but he himself entered into the synagogue and reasoned with the Jews. 20 Although they kept requesting him to remain for a longer time, he would not consent 21 but said good-bye and told them: “I will return to YOU again, if Jehovah is willing.” And he put out to sea from Ephesus 22 and came down to Caesarea. And he went up and greeted the congregation, and went down to Antioch.

23 And when he had passed some time there he departed and went from place to place through the country of Galatia and Phrygia, strengthening all the disciples.

24 Now a certain Jew named Apollos, a native of Alexandria, an eloquent man, arrived in Ephesus; and he was well versed in the Scriptures. 25 This [man] had been orally instructed in the way of Jehovah and, as he was aglow with the spirit, he went speaking and teaching with correctness the things about Jesus, but being acquainted with only the baptism of John. 26 And this [man] started to speak boldly in the synagogue. When Priscilla and Aquila heard him, they took him into their company and expounded the way of God more correctly to him. 27 Further, because he was desiring to go across into Achaia, the brothers wrote the disciples, exhorting them to receive him kindly. So when he got there, he greatly helped those who had believed on account of [God’s] undeserved kindness; 28 for with intensity he thoroughly proved the Jews to be wrong publicly, while he demonstrated by the Scriptures that Jesus was the Christ.