June 17
Πράξεις 5:21b — 5:42
 

   Όταν έφτασε ο αρχιερέας και όσοι ήταν μαζί του, συγκάλεσαν το Σάνχεδριν και όλη τη συνέλευση των πρεσβυτέρων των γιων του Ισραήλ,  και έστειλαν στο δεσμωτήριο για να τους φέρουν. 22 Αλλά όταν οι υπηρέτες πήγαν εκεί δεν τους βρήκαν στη φυλακή. Επέστρεψαν, λοιπόν, και έδωσαν αναφορά, 23  λέγοντας: «Το δεσμωτήριο το βρήκαμε κλειδωμένο με κάθε ασφάλεια και τους φρουρούς να στέκονται στις πόρτες, αλλά όταν ανοίξαμε δεν βρήκαμε κανέναν μέσα». 24  Όταν άκουσαν αυτά τα λόγια τόσο ο διοικητής του ναού όσο και οι πρωθιερείς, άρχισαν να απορούν σχετικά με αυτά τα πράγματα για το πού θα κατέληγε αυτό.  25 Αλλά κάποιος έφτασε και ανέφερε σε αυτούς: «Δείτε! Οι άντρες που βάλατε στη φυλακή είναι στο ναό και στέκονται και διδάσκουν το λαό».  26 Τότε πήγε ο διοικητής με τους υπηρέτες του και άρχισε να τους φέρνει, αλλά χωρίς βία, γιατί φοβούνταν  μη λιθοβοληθούν από το λαό.

   27 Τους έφεραν, λοιπόν, και τους έβαλαν να σταθούν στην αίθουσα του Σάνχεδριν. Και ο αρχιερέας τούς ρώτησε 28 και είπε: «Σας προστάξαμε  κατηγορηματικά να μη διδάσκετε με βάση αυτό το όνομα, και εντούτοις ορίστε! έχετε γεμίσει την Ιερουσαλήμ με τη διδασκαλία  σας και είστε αποφασισμένοι να φέρετε το αίμα  αυτού του ανθρώπου πάνω μας». 29 Απαντώντας ο Πέτρος και οι άλλοι απόστολοι είπαν: «Πρέπει να υπακούμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους.  30 Ο Θεός των προπατόρων μας ήγειρε  τον Ιησού, τον οποίο εσείς φονεύσατε κρεμώντας τον στο ξύλο.  31 Αυτόν ο Θεός τον εξύψωσε στα δεξιά  του ως Πρώτιστο Παράγοντα  και Σωτήρα,  για να δώσει μετάνοια  στον Ισραήλ και συγχώρηση αμαρτιών.  32 Και εμείς είμαστε μάρτυρες αυτών των πραγμάτων,  όπως είναι και το άγιο πνεύμα,  το οποίο ο Θεός έδωσε σε όσους τον υπακούν ως άρχοντα».

   33  Όταν το άκουσαν αυτό, ένιωσαν να κατακόβονται βαθιά μέσα τους και ήθελαν να τους σκοτώσουν.  34  Αλλά σηκώθηκε κάποιος στο Σάνχεδριν, ένας Φαρισαίος ονόματι Γαμαλιήλ,  δάσκαλος του Νόμου που τον εκτιμούσε όλος ο λαός, και έδωσε εντολή να βγάλουν τους ανθρώπους έξω για λίγο.  35 Και τους είπε: «Άντρες Ισραηλίτες,  προσέχετε τι σκοπεύετε να κάνετε με αυτούς τους ανθρώπους. 36 Για παράδειγμα, πριν από αυτές τις ημέρες εγέρθηκε ο Θευδάς, λέγοντας για τον εαυτό του ότι είναι κάποιος,  και ένας αριθμός αντρών, περίπου τετρακόσιοι, προσκολλήθηκαν στην παράταξή του.  Αλλά αυτός θανατώθηκε, και όλοι όσοι τον υπάκουαν διαλύθηκαν και εκμηδενίστηκαν. 37 Έπειτα από αυτόν, εγέρθηκε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος στις ημέρες της απογραφής  και έσυρε λαό πίσω του. Και όμως, εκείνος αφανίστηκε και όλοι όσοι τον υπάκουαν διασκορπίστηκαν. 38 Έτσι λοιπόν, κάτω από τις παρούσες συνθήκες, σας λέω: Μην ανακατεύεστε με αυτούς τους ανθρώπους, αλλά αφήστε τους· (επειδή, αν αυτό το σχέδιο ή αυτό το έργο είναι από ανθρώπους, θα ανατραπεί·  39 αλλά αν είναι από τον Θεό,  δεν θα μπορέσετε να τους ανατρέψετε·)  αλλιώς, μπορεί να βρεθείτε και θεομάχοι».  40 Τότε τον άκουσαν και κάλεσαν τους αποστόλους, τους έδειραν  και τους πρόσταξαν να σταματήσουν να μιλούν με βάση το όνομα του Ιησού  και τους άφησαν να φύγουν.

   41 Αυτοί, λοιπόν, έφυγαν από το Σάνχεδριν χαρούμενοι  επειδή είχαν υπολογιστεί άξιοι να ατιμαστούν για χάρη του ονόματός του.  42 Και κάθε ημέρα στο ναό και από σπίτι σε σπίτι  συνέχισαν αδιάκοπα να διδάσκουν  και να διακηρύττουν τα καλά νέα για τον Χριστό, τον Ιησού.
 


Now when the high priest and those with him arrived, they called together the Sanhedrin and all the assembly of older men of the sons of Israel, and they sent out to the jail to have them brought. 22 But when the officers got there they did not find them in the prison. So they returned and made report, 23 saying: “The jail we found locked with all security and the guards standing at the doors, but on opening up we found no one inside.” 24 Well, when both the captain of the temple and the chief priests heard these words, they fell into a quandary over these matters as to what this would come to. 25 But a certain man arrived and reported to them: “Look! The men YOU put in the prison are in the temple, standing and teaching the people.” 26 Then the captain went off with his officers and proceeded to bring them, but without violence, as they were afraid of being stoned by the people.

27 So they brought them and stood them in the Sanhedrin hall. And the high priest questioned them 28 and said: “We positively ordered YOU not to keep teaching upon the basis of this name, and yet, look! YOU have filled Jerusalem with YOUR teaching, and YOU are determined to bring the blood of this man upon us.” 29 In answer Peter and the [other] apostles said: “We must obey God as ruler rather than men. 30 The God of our forefathers raised up Jesus, whom YOU slew, hanging him upon a stake. 31 God exalted this one as Chief Agent and Savior to his right hand, to give repentance to Israel and forgiveness of sins. 32 And we are witnesses of these matters, and so is the holy spirit, which God has given to those obeying him as ruler.”

33 When they heard this, they felt deeply cut and were wanting to do away with them. 34 But a certain man rose in the Sanhedrin, a Pharisee named Gamaliel, a Law teacher esteemed by all the people, and gave the command to put the men outside for a little while. 35 And he said to them: “Men of Israel, pay attention to yourselves as to what YOU intend to do respecting these men. 36 For instance, before these days Theudas rose, saying he himself was somebody, and a number of men, about four hundred, joined his party. But he was done away with, and all those who were obeying him were dispersed and came to nothing. 37 After him Judas the Galilean rose in the days of the registration, and he drew off people after him. And yet that man perished, and all those who were obeying him were scattered abroad. 38 And so, under the present circumstances, I say to YOU, Do not meddle with these men, but let them alone; (because, if this scheme or this work is from men, it will be overthrown; 39 but if it is from God, YOU will not be able to overthrow them;) otherwise, YOU may perhaps be found fighters actually against God.” 40 At this they gave heed to him, and they summoned the apostles, flogged them, and ordered them to stop speaking upon the basis of Jesus’ name, and let them go.

41 These, therefore, went their way from before the Sanhedrin, rejoicing because they had been counted worthy to be dishonored in behalf of his name. 42 And every day in the temple and from house to house they continued without letup teaching and declaring the good news about the Christ, Jesus.